- προσρίπτω
- προσρί̱πτω , προσρίπτωthrow topres subj act 1st sgπροσρί̱πτω , προσρίπτωthrow topres ind act 1st sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
προσρίπτω — ΜΑ, και προσριπτῶ, έω, Α ρίχνω κάτι πάνω σε κάποιον ή πάνω σε κάτι ή ρίχνω κάτι προς μία κατεύθυνση («προσέρριψε τῇ γῇ τὸ σκῆπτρον διὰ τὴν ὀργήν», Σχόλ. Ιλ.) μσν. παθ. προσρίπτομαι προστίθεμαι αρχ. 1. επιρρίπτω, προσάπτω σε κάποιον κάτι («ὄνειδος … Dictionary of Greek
προσριπτώ — έω, Α βλ. προσρίπτω … Dictionary of Greek
προσερρῖφθαι — προσρίπτω throw to perf inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσρῖψαι — προσρίπτω throw to aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προτρῖψαι — προσρίπτω throw to aor inf act (epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσρίπτει — προσρί̱πτει , προσρίπτω throw to pres imperat act 2nd sg (attic epic) προσρί̱πτει , προσρίπτω throw to pres ind mp 2nd sg προσρί̱πτει , προσρίπτω throw to pres ind act 3rd sg προσρί̱πτει , προσρίπτω throw to imperf ind act 3rd sg (attic epic)… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσερρίφη — προσερρί̱φη , προσρίπτω throw to plup ind act 3rd sg (doric aeolic) προσερρί̱φη , προσρίπτω throw to plup ind act 1st sg προσερρί̱φη , προσρίπτω throw to aor ind pass 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσρίπτετε — προσρί̱πτετε , προσρίπτω throw to pres imperat act 2nd pl προσρί̱πτετε , προσρίπτω throw to pres ind act 2nd pl προσρί̱πτετε , προσρίπτω throw to imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσρίψει — προσρί̱ψει , προσρίπτω throw to aor subj act 3rd sg (epic) προσρί̱ψει , προσρίπτω throw to fut ind mid 2nd sg προσρί̱ψει , προσρίπτω throw to fut ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσρίψῃ — προσρί̱ψῃ , προσρίπτω throw to aor subj mid 2nd sg προσρί̱ψῃ , προσρίπτω throw to aor subj act 3rd sg προσρί̱ψῃ , προσρίπτω throw to fut ind mid 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)